Το Χτύπα Ξύλο είναι το πρώτο δημοσιευμένο μυθιστόρημα της Δέσποινας Τσιτάκη. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό έργο (και υπογραμμίζω αυτές τις λέξεις, γιατί όσο και να μοιάζει αυτονόητο, στην εποχή του εκτεταμένου self-publishing δεν είναι) στο οποίο η συγγραφέας χειρίζεται με πραγματικά πρωτότυπο τρόπο ένα παμπάλαιο θέμα. Πρόκειται για το θέμα του θανάτου.
Η βασική διαφορά του Χτύπα Ξύλο με έργα του παρελθόντος είναι ότι δεν περιέχει απλώς τον θάνατο, περιέχεται το ίδιο μέσα σε αυτόν. Όλο το βιβλίο είναι απορροφημένο από την προοπτική του βέβαιου θανάτου της ηρωίδας. Όλο το βιβλίο μοιάζει αφιερωμένο στο θάνατο. Όμως όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα, όπου όλα τα πράγματα προβάλλουν σε ζεύγη και ακουμπούν πάνω στο φαινομενικά αντίθετό τους και υπάρχουν εξαιτίας του, έτσι και το βιβλίο με το να μοιάζει αφιερωμένο στο θάνατο είναι όλο αφιερωμένο στη ζωή. Είναι ένα εγκώμιο της ζωής. Είναι χαρακτηριστικό ότι η λέξη «θάνατος» αναφέρεται 157 φορές στο βιβλίο και η λέξη «ζωή» 294, δηλ. σχεδόν τις διπλάσιες.
Το μυθιστόρημα είναι διαρθρωμένο σε 54 κεφάλαια. Η χρονική ροή είναι φυσική, η εξέλιξη των γεγονότων γραμμική. Δεν κατατμείται η ροή με την παρείσδυση κεφαλαίων σε άλλο χρόνο, όπως έχει γίνει της μόδας, και το μόνο στοιχείο που μας συνδέει με τον παρελθόντα χρόνο είναι οι αναμνήσεις της ηρωίδας. Η χρονική περίοδος που καλύπτει το μεγαλύτερο τμήμα του βιβλίου είναι το διάστημα των οκτώ περίπου μηνών από τη στιγμή που η ηρωίδα μαθαίνει ότι πρόκειται να πεθάνει μέχρι το τέλος του τμήματος και η δράση εκτυλίσσεται στην πόλη, στο δάσος και σε ένα όμορφο ειδυλλιακό χωριό. Το τελευταίο τμήμα του βιβλίου αντιστέκεται στα χρονικά πλαίσια και ο χώρος επίτηδες παραμένει εν πολλοίς απροσδιόριστος.
Η γλώσσα είναι απλή, στρωτή, έντεχνη. Το μεγαλύτερο ατού του βιβλίου είναι η πλοκή και ο πλούτος της πλοκής αυτής. Ο ψυχισμός της ηρωίδας αναλύεται σε τέτοιο βαθμό που είναι αδύνατο να μη βρει κανείς κάτι που να του θυμίζει τον εαυτό του. Είναι επίσης αδύνατο να μην έρθει αντιμέτωπος με τα βασικά ερωτήματα: «πώς ζει κανείς, πώς αγαπά κανείς», ερωτήματα που δυστυχώς δεν απασχολούν κανέναν πραγματικά, αν δεν τον απασχολήσει πρώτα το «πώς πεθαίνει κανείς». Και τα ερωτήματα αυτά βρίσκουν την απάντησή τους καθώς προσωπεία εγκαταλείπονται ή πέφτουν, συγκρούσεις και ανατροπές υπονομεύουν το αίσθημα ασφάλειας της ηρωίδας και του αναγνώστη και άλυτα ζητήματα του παρελθόντος βρίσκουν τη λύση τους ή τη συμφιλίωση των ηρώων μαζί τους. Ολόκληρο το βιβλίο είναι ένα ταξίδι συμφιλίωσης. Είναι τα ταξίδι προς την αρμονία και την τέλεια ηρεμία που μπορεί κανείς να βιώσει μόνο όταν βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα.
Κι αυτό συντελείται ενόσω το ψυχολογικό βάθος δίνει τη θέση του στη δράση στο δεύτερο μισό του βιβλίου και ανατροπές, συγκινήσεις και εκπλήξεις διαδέχονται καταιγιστικές η μία την άλλη. Όμως η μεγαλύτερη έκπληξη, που είναι μάλιστα διπλή, περιμένει τον αναγνώστη στο τέλος.
Άφησα για το τέλος ένα σημαντικό ερώτημα που πάντοτε προκύπτει όταν μία γυναίκα γράφει ένα έργο με ηρωίδα γυναίκα. Πρόκειται για γυναικεία λογοτεχνία; Η απάντηση για το Χτύπα Ξύλο είναι πως πληροί και τα τρία κριτήρια βάσει των οποίων χαρακτηρίζεται ένα έργο λογοτεχνικό: έχει βάθος, έχει αμεσότητα και είναι γραμμένο σε όμορφο λόγο. Η απάντηση επομένως είναι ότι πρόκειται απλά για λογοτεχνία και μάλιστα με Λ κεφαλαίο.
Η βασική διαφορά του Χτύπα Ξύλο με έργα του παρελθόντος είναι ότι δεν περιέχει απλώς τον θάνατο, περιέχεται το ίδιο μέσα σε αυτόν. Όλο το βιβλίο είναι απορροφημένο από την προοπτική του βέβαιου θανάτου της ηρωίδας. Όλο το βιβλίο μοιάζει αφιερωμένο στο θάνατο. Όμως όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα, όπου όλα τα πράγματα προβάλλουν σε ζεύγη και ακουμπούν πάνω στο φαινομενικά αντίθετό τους και υπάρχουν εξαιτίας του, έτσι και το βιβλίο με το να μοιάζει αφιερωμένο στο θάνατο είναι όλο αφιερωμένο στη ζωή. Είναι ένα εγκώμιο της ζωής. Είναι χαρακτηριστικό ότι η λέξη «θάνατος» αναφέρεται 157 φορές στο βιβλίο και η λέξη «ζωή» 294, δηλ. σχεδόν τις διπλάσιες.
Το μυθιστόρημα είναι διαρθρωμένο σε 54 κεφάλαια. Η χρονική ροή είναι φυσική, η εξέλιξη των γεγονότων γραμμική. Δεν κατατμείται η ροή με την παρείσδυση κεφαλαίων σε άλλο χρόνο, όπως έχει γίνει της μόδας, και το μόνο στοιχείο που μας συνδέει με τον παρελθόντα χρόνο είναι οι αναμνήσεις της ηρωίδας. Η χρονική περίοδος που καλύπτει το μεγαλύτερο τμήμα του βιβλίου είναι το διάστημα των οκτώ περίπου μηνών από τη στιγμή που η ηρωίδα μαθαίνει ότι πρόκειται να πεθάνει μέχρι το τέλος του τμήματος και η δράση εκτυλίσσεται στην πόλη, στο δάσος και σε ένα όμορφο ειδυλλιακό χωριό. Το τελευταίο τμήμα του βιβλίου αντιστέκεται στα χρονικά πλαίσια και ο χώρος επίτηδες παραμένει εν πολλοίς απροσδιόριστος.
Η γλώσσα είναι απλή, στρωτή, έντεχνη. Το μεγαλύτερο ατού του βιβλίου είναι η πλοκή και ο πλούτος της πλοκής αυτής. Ο ψυχισμός της ηρωίδας αναλύεται σε τέτοιο βαθμό που είναι αδύνατο να μη βρει κανείς κάτι που να του θυμίζει τον εαυτό του. Είναι επίσης αδύνατο να μην έρθει αντιμέτωπος με τα βασικά ερωτήματα: «πώς ζει κανείς, πώς αγαπά κανείς», ερωτήματα που δυστυχώς δεν απασχολούν κανέναν πραγματικά, αν δεν τον απασχολήσει πρώτα το «πώς πεθαίνει κανείς». Και τα ερωτήματα αυτά βρίσκουν την απάντησή τους καθώς προσωπεία εγκαταλείπονται ή πέφτουν, συγκρούσεις και ανατροπές υπονομεύουν το αίσθημα ασφάλειας της ηρωίδας και του αναγνώστη και άλυτα ζητήματα του παρελθόντος βρίσκουν τη λύση τους ή τη συμφιλίωση των ηρώων μαζί τους. Ολόκληρο το βιβλίο είναι ένα ταξίδι συμφιλίωσης. Είναι τα ταξίδι προς την αρμονία και την τέλεια ηρεμία που μπορεί κανείς να βιώσει μόνο όταν βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα.
Κι αυτό συντελείται ενόσω το ψυχολογικό βάθος δίνει τη θέση του στη δράση στο δεύτερο μισό του βιβλίου και ανατροπές, συγκινήσεις και εκπλήξεις διαδέχονται καταιγιστικές η μία την άλλη. Όμως η μεγαλύτερη έκπληξη, που είναι μάλιστα διπλή, περιμένει τον αναγνώστη στο τέλος.
Άφησα για το τέλος ένα σημαντικό ερώτημα που πάντοτε προκύπτει όταν μία γυναίκα γράφει ένα έργο με ηρωίδα γυναίκα. Πρόκειται για γυναικεία λογοτεχνία; Η απάντηση για το Χτύπα Ξύλο είναι πως πληροί και τα τρία κριτήρια βάσει των οποίων χαρακτηρίζεται ένα έργο λογοτεχνικό: έχει βάθος, έχει αμεσότητα και είναι γραμμένο σε όμορφο λόγο. Η απάντηση επομένως είναι ότι πρόκειται απλά για λογοτεχνία και μάλιστα με Λ κεφαλαίο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου