25 Φεβ 2009

Μεταφράζοντας την Αρίστη Τρεντέλ




Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν πως οποιοσδήποτε γνωρίζει ξένες γλώσσες μπορεί να μεταφράσει. Τίποτε δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά από την αλήθεια και αυτό το διαπιστώνουν όσοι τύχει να καταπιαστούν με τη μετάφραση. Ακόμη κι αν δεν αγανακτήσουν προτού φέρουν σε πέρας το έργο, τις περισσότερες φορές θα καταλήξουν να κοιτούν ένα αποτέλεσμα ξύλινο ή αφύσικο.

Η μετάφραση είναι ένα ταξίδι στον ωκεανό του νοήματος μεταξύ δύο ηπείρων: της γλώσσας-πηγής και της γλώσσας-στόχου. Και θέλει γερούς πηδαλιούχους, γιατί – παρά τα όσα πιστεύει ο κόσμος – δεν είναι η αλίευση των καταλληλότερων λέξεων η δυσκολία. Η πρωταρχική και μεγαλύτερη δυσκολία είναι η ψηλάφιση της πρόθεσης του συγγραφέα. Η πρόθεση αυτή έχει να κάνει με τον τρόπο που επέλεξε να διαχειριστεί, μέσω του λόγου, την αρχική του ιδέα ώστε να δημιουργήσει μια επιθυμητή εντύπωση και είναι συνάρτηση συνειδητών και ασυνείδητων παραγόντων (δηλ. του φύλου, της κοινωνικοικονομικής του κατάστασης, των καταβολών, της μόρφωσής του, κ.ά). Όλα αυτά δημιουργούν ένα ανάγλυφο στο κείμενο, ένα νόημα ανάμεσα στις γραμμές. Αναπόφευκτα, λοιπόν, ο μεταφραστής ψηλαφώντας αυτό το ανάγλυφο οδηγείται αργά ή γρήγορα σε μια πρώτη ερμηνεία.

Όπως κάθε μορφή τέχνης, έτσι και η λογοτεχνία είναι προϊόν τόσο της συνείδησης που τη δημιουργεί όσο και της συνείδησης που την αναπλάθει. Έχει ειπωθεί για τη λογοτεχνική μετάφραση πως είναι η «συνάντηση δύο ευαισθησιών», του λογοτέχνη και του μεταφραστή. Και είναι μια συνάντηση που μοιάζει κάπως με το ταξίδι στον ωκεανό που προανέφερα. Το πρωτότυπο κείμενο είναι το καράβι – πάντα ίδιο κι απαράλλαχτο ακολουθεί την πορεία του στον χρόνο, προσδοκώντας την αιωνιότητα. Οι μεταφράσεις είναι τα λιμάνια, καθένα με τον χαρακτήρα και την ιδιαιτερότητά του. Και έχει κάθε λιμάνι δικό του χαρακτήρα ανάλογα με την απάντηση που δίνει ο μεταφραστής στο δίλημμα εάν θα πρέπει να ενσωματώσει την ερμηνεία του στο κείμενο ώστε να προβάλλει όσο δυνατόν πιο ακέραιη αυτή που αντιλαμβάνεται ως αρχική πρόθεση του συγγραφέα ή να το αφήσει όσο το δυνατόν πιο ατόφιο, εξομαλύνοντας μόνο τις γλωσσικές αναντιστοιχίες.

Επ’ αυτού, ο αείμνηστος Ιωάννης Κακριδής είχε γράψει στο βιβλίο του «Το μεταφραστικό πρόβλημα»: Το ιδανικό του μεταφραστή είναι ο κόσμος που εκφράζει το καλλιτέχνημα να ξαναβρεθεί στην καινούρια του μορφή, αν είναι δυνατόν όλος, με όσο γίνεται μικρότερη αλλοίωση. Στον αντίποδα, ο καθηγητής Μιχάλης Μερακλής στο έργο του «Η αναγκαιότητα της προδοσίας της μετάφρασης» γράφει: η ανομοιότητα του αντιγράφου από το πρωτότυπο δεν είναι έλλειψη και αδυναμία, είναι εμπλουτισμός της πείρας πάνω στα μεγάλα έργα που δημιούργησε κι εξακολουθεί να δημιουργεί το ανθρώπινο πνεύμα. Για κείνον δηλαδή η μετάφραση συνιστά αυτόνομο λογοτεχνικό έργο.

Πιστεύω ότι η απάντηση στο δίλημμα βρίσκεται κάπου στη μέση. Σε έργα σύγχρονα, όπως της Αρίστης Τρεντέλ, με μια γραφή που όχι μόνο δεν φοβάται τα παιχνίδια με τις λέξεις, αλλά και συνθέτει ένα κείμενο στο οποίο αιφνίδια συναντά κανείς οικεία σπαράγματα άλλων κειμένων, ο μεταφραστής δεν αισθάνεται άνετα να απομακρυνθεί πολύ από τις αρχικές επιλογές του συγγραφέα. Διαβάζοντας τις μεταφράσεις του Τάσου Αναστασίου, συναδέλφου φιλόλογου που ζει και διδάσκει στη Γερμανία και λογοτέχνη του ίδιου (έχει εκδώσει μια συλλογή ποιημάτων το 2002 και τώρα γράφει διηγήματα), διαπίστωσα πως κι αυτός ακολούθησε την ίδια γραμμή.

Νομίζω πως η καλύτερη εγγύηση για μια καλή λογοτεχνική μετάφραση είναι η ανάπτυξη ερωτικής σχέσης ανάμεσα στο μεταφραστή και το κείμενο. Στη βάση κάθε έρωτα εξ άλλου υπάρχει ο θαυμασμός. Είναι άξιες θαυμασμού οι μεταβάσεις από τη μία σκέψη στην άλλη, από τη μία εικόνα στην άλλη. Ξάφνου, ενώ προβάλλει ολοζώντανη στη φαντασία μας μια σκηνή, οι άκρες της αρχίζουν να ξεθωριάζουν και μια άλλη εικόνα ανακαλείται με έναν τρόπο συνειρμικό, άμεσο, ωραίο. Ο χρόνος μπερδεύεται, παρελθόν, παρόν, μέλλον μπαίνουν το ένα μέσα στο άλλο. Το κείμενο είναι ατρόμητο, όπως η συγγραφέας, οι εικόνες αναδύονται με κάθε ρεαλισμό, κάποτε και ωμότητα, όμως δεν σοκάρουν γιατί μοιάζουν όμορφα αληθινές.

Κείμενα όπως της Αρίστης Τρεντέλ σε κάνουν περήφανο να τα μεταφράζεις.

6 σχόλια:

libero είπε...

Αναρωτιέμαι αν ξαναμετέφραζε κάποιος το έργο αυτό στην γαλλική από γαλλο μεταφραστή θεωρώντας το ως δικό σου έργο, ελληνικό, κατά πόσο θα ταυτιζόταν το κείμενο, με αυτό της ίδιας της συγγραφέας ή αν περνούσε το ίδιο μύνημα στους γάλλους αναγνώστες;

Έχει γίνει άραγε πότε τέτοιο ή παρόμοιο "πείραμα";

Christina Linardaki είπε...

Τα διηγήματα ήταν γραμμένα στα αγγλικά (ευτυχώς, γιατί αν ήταν στα γαλλικά θα έψαχνε για άλλον μεταφραστή η Αρίστη, δεν είναι τόσο καλά τα γαλλικά μου).

Δεν γνωρίζω να έχει γίνει το "πείραμα" που λες - ίσως σε ένα τεχνικό κείμενο (έναν ισολογισμό ας πούμε ή ένα εγχειρίδιο λειτουργίας μιας συσκευής) όπου οι όροι είναι τυποποιημένοι να λειτουργούσε. Όμως είναι βέβαιο ότι σε ένα λογοτεχνικό έργο το αποτέλεσμα της αντίστροφης μετάφρασης θα ήταν ένα κείμενο άλλο από το πρωτότυπο κι αυτό οφείλεται στην ίδια τη φύση της γλώσσας η οποία είναι αυθαίρετη σε μεγάλο βαθμό - κανένας δεν μου υπαγόρευσε κάποιον κανόνα του πώς να μεταφράσω τα διηγήματα (δεν υπάρχει άλλωστε τέτοιος κανόνας), έβαλα απλά σε λειτουργία το δικό μου αισθητήριο για μια απόδοση που να μην ξεφεύγει πολύ από το πρωτότυπο αλλά συγχρόνως να έχει ροή και νόημα στα ελληνικά. Βοήθησαν και οι σπουδές μου, η μέχρι τώρα εμπειρία μου κλπ.

Πάντως κι εγώ η ίδια να επιχειρούσα να ξανακάνω τη μετάφραση προς τα αγγλικά στα σημεία που δεν θυμάμαι καλά το πιθανότερο είναι να έκανα διαφορετική απόδοση.

Ανώνυμος είπε...

Οι ελάχιστες (ερασιτεχνικές) μεταφραστικές μου προσπάθειες, μου έδειξαν τη μεγάλη δυσκολία αυτού του ιερού εγχειρήματος. Εκτιμώ αφάνταστα τον καλό μεταφραστή, προσέχω το όνομά του. Είναι βασικός φορέας της απόλαυσης που παίρνω διαβάζοντας κάτι που μου αρέσει και τον ευγνωμονώ για την φροντίδα του. Και εκνευρίζομαι απίστευτα με τις κακές μεταφράσεις και τους ανθρώπους που καταδέχονται να τις υπογράφουν.

Christina Linardaki είπε...

Όπως σε κάθε επάγγελμα, υπάρχουν άνθρωποι με υπευθυνότητα και συνείδηση και άλλοι χωρίς.

Εγώ πάντως εκνευρίζομαι περισσότερο με τους επιμελητές που όχι μόνο καταδέχονται αλλά επιδιώκουν να υπογράφουν. :)

Lillian είπε...

Μανάρι μου όσο εσύ σχολίαζες και μάζευες τα εύσημα και ΜΠΡΑΒΟ ΜΠΡΑΒΟ ΜΠΡΑΒΟ και λίγα σου έδωσαν, ήμουν στο Σισμανόγλειο με τον Πασχάλη..ολα πήγαν ρολόι όμως..

Christina Linardaki είπε...

Τώρα εγώ φταίω να σου πω ότι πάντα κάτι σου συμβαίνει και δεν μπορείς ποτέ να είσαι κάπου που με αφορά;... Τέλος πάντων, όπως καλά γνωρίζεις δεν κρατάω αρνητικά συναισθήματα για κανέναν, πόσο μάλλον για κάποια που είναι φίλη μου εδώ και 20 χρόνια. :)